Θεσσαλονίκη (Πούσι)
Στὸ Γιῶργο ΚουμβακάληἬτανε κείνη τὴ νυχτιὰ ποὺ φύσαγε ὁ Βαρδάρης,
τὸ κύμα ἡ πλώρη ἐκέρδιζεν ὀργιὰ μὲ τὴν ὀργιά.
Σ᾿ ἔστειλε ὁ πρῶτος τὰ νερὰ νὰ πᾶς γιὰ νὰ γραδάρεις,
μὰ ἐσὺ θυμᾶσαι τὴ Σμαρὼ καὶ τὴν Καλαμαριά.
Ξέχασες κεῖνο τὸ σκοπὸ ποὺ λέγανε οἱ Χιλιάνοι
-Ἅγιε Νικόλα φύλαγε κι Ἅγια Θαλασσινή.-
Τυφλὸ κορίτσι σ᾿ ὁδηγάει, παιδὶ τοῦ Modigliani,
ποὺ τ᾿ ἀγαποῦσε ὁ δόκιμος κι οἱ δύο Μαρμαρινοί.
Νερὸ καλάρει τὸ fore peak, νερὸ καὶ τὰ πανιόλα
μὰ ἐσένα μία παράξενη ζαλάδα σὲ κινεῖ.
Μὲ στάμπα ποὺ δὲν φαίνεται σὲ κέντησε ἡ Σπανιόλα
ἢ τὸ κορίτσι ποὺ χορεύει ἀπάνω στὸ σκοινί;
Ἀπάνω στὸ γιατάκι σου φίδι νωθρὸ κοιμᾶται
καὶ φέρνει βόλτες ψάχνοντας τὰ ροῦχα σου ἡ μαϊμού.
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ μάνα σου κανεὶς δὲν σὲ θυμᾶται
σὲ τοῦτο τὸ τρομακτικὸ ταξίδι τοῦ χαμοῦ.
Ὁ ναύτης ρίχνει τὰ χαρτιὰ κι ὁ θερμαστὴς τὸ ζάρι
κι αὐτὸς ποὺ φταίει καὶ δὲ νογάει, παραπατάει λοξά.
Θυμήσου κεῖνο τὸ στενὸ κινέζικο παζάρι
καὶ τὸ κορίτσι πού ῾κλαιγε πνιχτὰ μὲς στὸ ρικσά.
Κάτω ἀπὸ φῶτα κόκκινα κοιμᾶται ἡ Σαλονίκη.
Πρὶν δέκα χρόνια μεθυσμένη μοῦ ῾πες «σ᾿ ἀγαπῶ».
Αὔριο, σὰν τότε, καὶ χωρὶς χρυσάφι στὸ μανίκι,
μάταια θὰ ψάχνεις τὸ στρατὶ ποὺ πάει γιὰ τὸ Depot.
Άγνωστες λέξεις
- Βαρδάρης: <σερβ. Vardar (=η ονομασία του ποταμού Αξιού στο γιουγκοσλαβικό τμήμα του) : ο δυνατός και ψυχρός ΒΔ άνεμος που πνέει κατά μήκος του ποταμού Αξιού στη Μακεδονία
- oργιά: αγγλική μονάδα μήκους ίση με 1,83 μ.
- γραδάρω: 1. θερμομετρώ 2. μετρώ, βρίσκω την πυκνότητα του υγρού με γράδο (πυκνόμετρο-αραιόμετρο)
- δόκιμος: μαθητευόμενος, κάποιος που περνά από ένα δοκιμαστικό στάδιο, πριν αποκτήσει τα πλήρη προνόμια και υποχρεώσεις της θέσης του
- καλάρω: <ιταλ. calare :1. κάνω νερά, μπάζω 2. βυθίζω στη θάλασσα τα αλιευτικά δίχτυα 3. κατεβάζω, χαμηλώνω (π.χ. τα πανιά)
- fore peak: μπροστινό τμήμα του αμπαριού, πρωραία δεξαμενή ζυγοστάθμισης του πλοίου
πανιόλο: <ισπ. pañol: 1. το ελασμάτινο δάπεδο που σχηματίζεται, όταν επιστρωθεί ο πυθμένας με ισχυρό έλασμα· πάνω σε αυτό επικάθηνται οι μηχανές και οι λέβητες του πλοίου 2. γενικότερα πάτος (σκάφους, αμπαριού) 3. (μτφ.) πάτος σκεύους (π.χ. μπρικιού) και μικρή ποσότητα (π.χ. καφέ) στον πάτο
- στάμπα: <ιταλ. stampa: τατουάζ
- γιατάκι: κλίνη, κατάλυμα
- νωθρός: αυτός που κινείται αργά και τεμπέλικα
- θερμαστής: ανήκει στο κατώτερο πλήρωμα μηχανής του πλοίου. Είναι ο επιφορτισμένος με το άναμμα του ατμολέβητα και την παρακολούθησή του
- νογάω: καταλαβαίνω, νιώθω, αντιλαμβάνομαι
- ρικσά: χειροκίνητο δίκυκλο μεταφορικό μέσο (άμαξα) στην Άπω Ανατολή
- Depot: περιοχή της Θεσσαλονίκης με αποθήκες
Σχόλια
Το ποίημα μου άρεσε, γιατί μας μιλάει για έναν έρωτα του Καββαδία. Μας ταξιδεύει σε ένα διαφορετικό κλίμα στην υπέροχη Θεσσαλονίκη. Αναφέρει επίσης εμπειρίες του ποιητή από τα θαλασσινά ταξίδια του.
Γιάννης Κούτρας
ή από τους αδερφούς Κατσιμίχα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου